Οι φίλοι του μπλοκ

Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Fritillaria davisii


Μάνη 17/04/2010
φωτογραφία Γιάννης Κοφινάς

Η Fritillaria davisii (Turrill, 1940) είναι ενδημική της Νότιας Πελοποννήσου. Περιγράφηκε από τη Μάνη και την περιοχή της Αερόπολης. Ενδημεί στη Μάνη στο όρος Σαγιάς και στη Μεσσηνιακή Μάνη. 
Τα φύλλα της βάσης είναι πλατιά και γυαλιστερά και ο γυμνός βλαστός έχει ύψος 9-16 εκ.
Άνθη 1-4. 
Ανθίζει από τον Φεβρουάριο
Ετυμολογία:
Fritillaria < fritíllus κύπελλο με το οποίο έριχναν τα ζάρια οι Ρωμαίοι ==> από το σχήμα του άνθους.
davisii < προς τιμήν του Άγγλου βοτανικού Peter Hadland Davis (1918-1992), που ερεύνησε την χλωρίδα της Τουρκίας και των νησιών του Αν. Αιγαίου.

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Fritillaria rhodia

Ρόδος 26/03/2011
φωτογραφίες Ζήσης Αντωνόπουλος

Η Fritillaria rhodia (A. Hansen, 1969) είναι ενδημική της Ρόδου. Αν και είναι συχνή στο νησί, εντοπίστηκε μόλις το 1964 και περιγράφηκε επιστημονικά το 1969.
Βιότοπος: φρύγανα, διάκενα πευκοδασών σε υψόμετρα 0-500 μ.
Πολυετές βολβώδες φυτό. Βολβός διαμέτρου 10-15 εκ. Βλαστός λεπτός, φύλλα 4-12 επαλλάσσοντα.
Άνθη 1-2 πρασινωπά-κίτρινα όταν είναι νεαρά και αργότερα κίτρινα-λεμονί.
Άνθιση: Μάρτιος - Απρίλιος.
Ετυμολογία:
Fritillaria < fritíllus κύπελλο με το οποίο έριχναν τα ζάρια οι Ρωμαίοι ==> για το σχήμα του άνθους.
rhodia < Ρόδος.



Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2012

Centaurea laconica subsp. lineariloba

Κέα 30 / 04 / 2011 
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Η Centaurea laconica subsp. lineariloba [(Halácsy & Dörfl.) E. Gamal-Eldin & Wagenitz 1985] είναι ενδημική των Κυκλάδων σε Άνδρο, Κέα, Κύθνο, Πάρο, Σέριφο.
Συνώνυμο: Centaurea spruneri subsp. lineariloba (Halácsy & Dörfl.) Dostál
Βιότοπος: ξηρές θέσεις, αμμώδεις και πετρώδεις ακτές, σε υψόμετρα έως 400 μέτρα.
Ανθίζει Μάιο - Ιούνιο.
Ετυμολογία:
Centaurea < Centaurus > Κένταυρος (ο Κένταυρος Χείρων ήταν γιατρός και δάσκαλος του Ασκληπιού)
laconica < Λακωνία.
lineariloba < linearis (γραμμικός) + lobus (λοβός) ==> με μακριά και στενά φύλλα χωρισμένα σε λοβούς.





Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

Silene succulenta


Ελαφονήσι 16/01/2011 Κρήτη
φωτογραφία Νίκος Νικητίδης

Η Silene succulenta (Forssk. 1775) είναι μεσογειακό φυτό που εξαπλώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο (Συροπαλαιστίνη, Κρήτη), την Βόρεια Αφρική (Αίγυπτος, Λιβύη, Τυνησία), την Σαρδηνία και την Κορσική.
Σπάνια στην Ελλάδα, φύεται μόνο στην Κρήτη σε ελάχιστες θέσεις, 2 στον νομό Χανίων, 2 στον νομό Ρεθύμνης, την νήσο Γαύδο και τις νησίδες Ελαφονήσι, Κουφονήσι και Χρυσή (Γαϊδουρονήσι).
Βιότοπος: παράκτιοι αμμόλοφοι με φρύγανα ή με συστάδες από κέδρους.
Πολυετές φυτό με τους βλαστούς του (15-40 εκατοστά) βυθισμένους στην παραθαλάσσια άμμο και σε αμμοθίνες σε υψόμετρα 0-30 μ. 
Έχει φύλλα κολλώδη, σαρκώδη, τριχωτά και χυμώδη. Συχνά ταξιανθία και φύλλα γεμάτα με άμμο.
Κάλυκας διογκωμένος με παράλληλες γραμμώσεις. 
Άνθη με πέταλα λευκά ή ρόδινα. 
Ανθίζει από τα μέσα Ιανουαρίου.
Ετυμολογία:
Silene < Silenus (λατιν.) < Σειληνός = Σιληνή.
succulenta < succus/sucus χυμός = χυμώδης ==> από τα φύλλα της




Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Crocus olivieri

Γεράνεια 24/01/2009
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Ο Crocus olivieri (J. Gay 1831) είναι βαλκανικό είδος. Φύεται στα βουνά της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου, στην Χίο και την Σάμο. 
Βιότοπος: αραιά δάση, ξέφωτα, ορεινά λιβάδια, θαμνότοποι σε υψόμετρα 200 – 1200 μέτρα. 
Βολβώδες φυτό. Βολβός ωοειδής, διαμέτρου 8-12 χιλ., με μεμβρανώδη χιτώνα που διαιρείται στην βάση με τριγωνικά δόντια ή παράλληλες ίνες.
Φύλλα 2-4 γυαλιστερά πράσινα με λευκή λωρίδα στη μέση, συνάνθια.
Άνθη χρυσοκίτρινα. Στίγματα κίτρινα ή πορτοκαλί, που χωρίζονται σε δύο λεπτούς βραχίονες. Ανθήρες κίτρινοι. 
Ανθίζει από Ιανουάριο έως Απρίλιο. 

Ετυμολογία:
Crocus < κρόκος < πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
olivieri < προς τιμήν του Γάλλου βοτανικού G. A. Olivier (1756-1814).

Γεράνεια 24/01/2009


Αρτεμίσιο 09/01/2010 


Γεράνεια 24/01/2009 



Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Narcissus tazetta subsp. italicus

Αμοργός 13/12/2005 Κυκλάδες
φωτογραφία Νίκος Νικητίδης

Ο Narcissus tazetta subsp. italicus [(Ker Gawl.) Baker 1888] είναι μεσογειακό πολύμορφο φυτό , που χωρίζεται σε 3 υποείδη( tazetta, italicus και aureus).
Λαϊκά ονόματα στην Ελλάδα: μανουσάκι (Κρήτη, Ζάκυνθος), μαρτακούδι (Αμοργός), βούτσινο (Μεσολόγγι), ίτσο (Λαμία), τσαμπάκι, ζαμπάκι...
Ιδιαίτερα δημοφιλές φυτό για τα άνθη και το άρωμά τους, καλλιεργείται από την αρχαιότητα.
Είναι βολβώδες φυτό. Βλαστός ισχυρός, κυλινδρικός και φύλλα γλαυκά, γωνιώδη στη ράχη με μήκος ίσο μ’ αυτό του βλαστού. Περιάνθιο λευκό, διαμέτρου 3-4εκ. με εσωτερική στεφάνη κίτρινη, ύψους μέχρι 5χιλ. Άνθη πολύ αρωματικά μέχρι 12 κατανεύοντα.
Βιότοπος: ελαιώνες, θαμνώδεις περιοχές, φρυγανότοποι.
Άνθιση: χειμωνιάτικη, από τις αρχές Δεκεμβρίου.

Ετυμολογία:
Narcissus < νάρκισσος, όνομα φυτού από το νεολιθικό υπόστρωμα της ελληνικής γλώσσας. Ο Πλίνιος παρετυμολογεί από την «νάρκη» (λατ. narce) λόγω του μεθυστικού αρώματος των ανθέων. Νάρκισσος: μυθολογικός πανέμορφος νέος που πέθανε στον Ελικώνα της Βοιωτίας μένοντας να θαυμάζει το πρόσωπό του στο νερό μιας πηγής.
tazetta < tazza, δημοφιλές κύπελλο στην Βόρεια Ιταλία, το σχήμα του οποίου μοιάζει με την παραστεφάνη του άνθους.

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Acanthus spinosus

Ηρακλειά 09/05/2008 Κυκλάδες
φωτογραφία Γιάννης Γαβαλάς

Ο Acanthus spinosus (L. 1753) είναι μεσογειακό φυτό. 
Προτιμά πετρώδεις τοποθεσίες, θαμνώνες και παλιά χωράφια σε υψόμετρα 0-800 μ. 
Πολυετής πόα με φύλλα αντίθετα, πτεροσχιδή με λοβούς αγκαθωτούς και προεξέχοντα νεύρα που είναι συγκεντρωμένα στη βάση του φυτού όπου σχηματίζουν πυκνό ρόδακα διαμέτρου σχεδόν 50 εκ. 
Τα άνθη με το λευκό χείλος και τον πορφυρό κάλυκα σχηματίζουν πυκνή ταξιανθία στην κορυφή του βλαστού. 
Ανθίζει Μάιο - Ιούνιο.

Με το όνομα «άκανθα» ο Θεόφραστος αναφέρει αρκετά φυτά, ανάμεσά τους και ξενικά, με κοινό χαρακτηριστικό τα αγκαθωτά φύλλα. Η Acanthus spinosusς πιθανολογείται ότι είναι η «Άκανθα Κεάνωνος» του Θεόφραστου. Ο Διοσκουρίδης αναφέρει το «ακάνθιον». Όπως έχει γίνει με πολλά φυτά, η αρχαία μυθολογία θέλει την νύμφη Άκανθα να είναι αγαπημένη του Απόλλωνα, ο οποίος την μεταμόρφωσε τελικά στο ομώνυμο φυτό.

Ετυμολογία:
Acanthus < άκανθος > άκανθα > άκανος, είδος αγκαθιού + άνθος > ρίζα ακ-, μυτερός, αιχμηρός. Φυτό με φύλλα ή άνθη αιχμηρά, βελονοειδή, ακανθώδη.
spinosus < spina (λατιν.), άκανθα, αγκάθι =  ακανθώδης.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Phacelia tanacetifolia φακελωτή

Κέα 30/04/2011
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Η Phacelia tanacetifolia (Benth 1837) είναι ιθαγενές φυτό των Nοτιοδυτικών Πολιτειών των ΗΠΑ και του Βόρειου Μεξικού. 
Είναι άριστο μελισσοτροφικό φυτό και μάλιστα σε μια εποχή που τα αγριολούλουδα αρχίζουν να σπανίζουν. Για τον λόγο αυτό, εισήχθη στην Ελλάδα και καλλιεργείται ώστε να προσφέρει τροφή στις μέλισσες. 
Φθάνει σε ύψος τα 80 εκ. Τα φύλλα του είναι πτεροειδή και τα μοβ άνθη σχηματίζουν στάχυ.

Ετυμολογία:
Phacelia < φάκελος (με την έννοια της δέσμης) ==> αναφορά στην πυκνότητα των ανθέων.
tanacetifolia < Tanacetum + folium φύλλο ==> με φύλλα που μοιάζουν με το γένος Tanacetum.
Tanacetum < tanazita (λέξη ύστερης λατινικής) < παραφθορά της ελληνικής λέξης «αθανασία» ==> αναφορά στην μεγάλη διάρκεια ζωής αυτών των λουλουδιών.



Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Iris unguicularis subsp. cretensis

Αμάρι 14/01/2011 Κρήτη
φωτογραφία Νίκος Νικητίδης

Η Iris unguicularis subsp. cretensis [(Janka) A.P.Davis & Jury 1990] είναι ενδημική της Κρήτης και της Καρπάθου.
Έχει μεγάλη εξάπλωση στην Μεγαλόνησο αλλά απουσιάζει από το δυτικό τμήμα.
Συνώνυμο: Iris cretensis Janka 1868.
Βιότοπος: βραχώδεις πλαγιές με φρύγανα, ρεματιές σε υψόμετρα ώς 1900 μ.
Άνθιση: Ιανουάριος - Απρίλιος.
Ετυμολογία:
Iris < Ίρις, η αγγελιαφόρος των θεών.
unguicularis < unguículus νύχι = ονυχοφόρος.
cretensis < Creta = της Κρήτης.


Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2011

Iris unguicularis subsp. carica

Νεμέα 09/01/2010
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Η Iris unguicularis subsp. carica [Wern. Schulze) A. P. Davis & Jury 1990] αρχίζει να ανθίζει από τα μέσα του χειμώνα στην Πελοπόννησο, την Εύβοια και την Κεντρική Ελλάδα και ορισμένα νησιά (Ρόδος, Κως, Χίος, Νάξος). Στα δυτικά εξαπλώνεται μέχρι την Κέρκυρα. 
Τα αρωματικά άνθη της είναι λιλά ή μοβ και τα γραμμοειδή φύλλα της σχηματίζουν θύσανο. Ανάλογα με το υψόμετρο και το γεωγραφικό πλάτος, η άνθιση συνεχίζεται μέχρι τις αρχές Απριλίου.
Ετυμολογία:
Iris < Ίρις, η αγγελιαφόρος των θεών.
unguicularis < unguículus νύχι = ονυχοφόρος.
carica < Καρία.

Εύβοια 28/03/2009

Ταΰγετος 26/03/2010

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Juniperus drupacea Συριακή άρκευθος

Πάρνωνας 01/05/2010

Ο Γιουνίπερος ο δρυπώδης (Juniperus drupacea Labill. 1791) είναι κωνοφόρο δέντρο με διακεκομμένη εξάπλωση μεταξύ Ασίας (Τουρκία, Συρία, Λίβανος, Ισραήλ) και Ευρώπης. Στην Ευρώπη φύεται μόνο στην Πελοπόννησο, με τον Πάρνωνα να φιλοξενεί σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού και τον Ταΰγετο να έχει μεμονωμένα άτομα.
Βιότοπος: δασικοί σχηματισμοί σε επίπεδες ή επικλινείς πετρώδεις πλαγιές, συνήθως σε ασβεστόλιθο και σε υψόμετρα, 700-1600 μ.
Δέντρο ύψους 10-20 μ., δίοικο, με πολλούς όρθιους έως αποκλίνοντες-πλάγιους κλάδους και κωνική κόμη.
Φύλλα γραμμοειδή, ακιδωτά σε σπονδύλους ανά 3, με δύο λευκές ταινίες στην ανώτερη επιφάνειά τους.
Αρσενικοί κώνοι υποσφαιρικοί, κίτρινοι. Θηλυκοί κώνοι σφαιρικοί, πράσινοι που μεγαλώνουν σε γαλαζοπράσινους σχηματισμούς και ωριμάζουν σε καστανόμαυρους ρογοστρόβιλους σε περίπου δύο χρόνια, το φθινόπωρο.
Ανθίζει Απρίλιο - Μάιο.

Ετυμολογία:
Juniperus > junix δάμαλις (νεαρή αγελάδα που δεν έχει γεννήσεις) + pario γεννώ ==> για υποτιθέμενες ιδιότητες που ευνοούν τον τοκετό = Γιουνίπερος.
drupacea > druppa & drupa > δρύππα (υπερώριμος καρπός ελιάς) > δρύπη (καρπός με ξυλώδη πυρήνα - κουκούτσι) = δρυπώδης



Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Dianthus serratifolius

Πάρνηθα 06/07/2011
φωτογραφία Νίκος Νικητίδης

Ο Dianthus serratifolius (Sm. 1809) subsp. serratifolius είναι ενδημικό αγριογαρύφαλλο Στερεάς Ελλάδας (Ελικώνας, Πάρνηθας, Υμηττός, Πεντέλη, Πατέρας, Κιθαιρώνας) και Πελοποννήσου (Παναχαϊκό, Ερύμανθος). 
Βιότοπος: βραχώδεις ασβεστολιθικές και ηλιόλουστες τοποθεσίες.
Πολυετές φυτό με μεγάλους ξυλώδεις βλαστούς και θαμνώδη μορφή.
Άνθη πριονωτά λευκά πέταλα με κεραμιδί χρώμα στο κάτω μέρος της επιφάνειάς τους.
Άνθιση: Μάιος - Ιούνιος.

Ετυμολογία:
Dianthus < Δίας + άνθος > Διόσανθος (Θεόφραστος)
serratifolius < serratus πριονωτός + folium φύλλο.



Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Colchicum atticum

Πάρνηθα 11/12/2011

Το Κολχικό της Αττικής [Colchicum atticum, Spruner ex Tommasini (συνώνυμο Merendera attica) Boiss. & Spruner 1844] είναι βαλκανικό βολβώδες είδος.
Περιγράφτηκε το 1840 από τον Λυκαβηττό και τον Μαραθώνα. Θεωρήθηκε για πολλές δεκαετίες ενδημικό της Αττικής αλλά τελικά βρέθηκε και σε άλλες θέσεις στην Ελλάδα (Εύβοια, Λέσβος, Σάμος, Θάσος, Αν. Μακεδονία), όπως επίσης στην Νότια Βουλγαρία και την Μικρά Ασία.
Ξεχωρίζει από τα άλλα κολχικά από το γεγονός ότι τα τέπαλά του είναι χωρισμένα σε όλο το μήκος τους.
Βιότοπος: πετρώδεις τοποθεσίες.
Άνθη λευκά με μοβ απολήξεις.
Φθινοπωρινό είδος, ανθίζει από τον Νοέμβριο.

Πεντέλη 30/11/2008

Τουρκοβούνια 01/12/2007

 Λαυρεωτική 09/12/2007

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Colchicum cretense

Ψηλορείτης (Ίδη) 21/11/2003
φωτογραφία Βαγγέλης Παπιομύτογλου

Το Colchicum cretense (Greuter 1967) είναι ενδημικό της Κρήτης, με εξάπλωση και στους τρεις ορεινούς όγκους της.
Βιότοπος: βραχώδεις και πετρώδεις πλαγιές, δολίνες, σε κοντό χορτάρι ή σε γυμνό έδαφος σε υψόμετρα (900-) 1200-2000 (-2300) μ.
Νανώδες ορεινό φυτό. Τα φύλλα βγαίνουν μετά την άνθιση (υστεράνθιο).
Άνθη ρόδινα έως και σχεδόν λευκά. Τέπαλα μέχρι 2 εκ.
Άνθιση: (Σεπτέμβριος) Οκτώβριος - Νοέμβριος.
Ετυμολογία:
Colchicum < Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
cretense < Κρήτη.   

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Crocus atticus

Πεντέλη 19/01/2008
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Ο Crocus atticus [(Boiss. & Orph.) Orph 1870] και συνώνυμο Crocus sieberi subsp. atticus [(Boiss. & Orph.) B.Mathew 1982) είναι ενδημικός της Αττικής και γύρω των περιοχών. 
Ευδοκιμεί στα βουνά Πάρνηθα, Πεντέλη, Γεράνεια, Πατέρας, Κιθαιρώνας, Πάστρα, ενώ δεν υπάρχει αναφορά από τον Υμηττό. Ανθίζει επίσης στον Ελικώνα, τη νότια Εύβοια και την Άνδρο. Τελευταία έχει αναφερθεί ότι εντοπίστηκε και στα νησιά των Σποράδων Γιούρα (Kamari et al., 1988) και Κυρά Παναγιά (Snogerup et al., 1993).
Μια τελευταία αναθεώρηση (Vascular plants of Greece an annotated checklist 2013) ταυτίζει το Crocus atticus με τον Crocus nivalis, ο οποίος έχει ευρεία εξάπλωση και θεωρείται νοτιοβαλκανικό είδος.
Βιότοπος: Βραχώδεις πλαγιές, ορεινά λιβάδια και ξέφωτα, ανοιχτά δάση κωνοφόρων σε υψόμετρα 400-1300 μ.
Περιάνθιο ρόδινο-μοβ με λεπτές σκούρες νευρώσεις στην εξωτερική πλευρά των τριών τεπάλων. Φάρυγγας κίτρινος. Στίγματα πορτοκαλί, ακέραια με πλατιά κορυφή. Ανθήρες κίτρινοι. Φύλλα 3-5, με ανοιχτόχρωμη ρίγα στο μέσον. 
Ανθίζει Δεκέμβριο-Απρίλιο.


Πάρνηθα 27/01/2011

Γεράνεια 24/01/2009




Androcymbium rechingeri

Φαλάσαρνα 16/01/2011 Κρήτη
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Το Ανδροκύμβιο του Ρέχινγκερ (Androcymbium rechingeri, Greuter 1967) είναι ένα σπάνιο φυτό των αμμωδών ακτών της Δυτικής Κρήτης και της Κυρηναϊκής στην Λιβύη. 
Είναι ο μοναδικός αντιπρόσωπος του γένους Androcymbium στην Ελλάδα. 
Το περιέγραψε το 1967 ο Ελβετός βοτανικός Βέρνερ Γκρόϊτερ (Greuter), σπουδαίος ερευνητής της χλωρίδας της Κρήτης. 
Το Ανδροκύμβιο του Ρέχινγκερ είναι γνωστό από λίγες θέσεις, στην Φαλάσαρνα και την Ελαφόνησο.
Βιότοπος: αμμώδεις και πετρώδεις παραλιακές θέσεις, σε υψόμετρα 0-50 μ.
Έχει πολύ κοντό βλαστό και φύλλα επιμήκη, λογχοειδή, λεία, μήκους 15 εκ.
Άνθη διαμέτρου 3-5 εκ. με τέπαλα λογχοειδή λευκά με ρόδινες νευρώσεις.
Για πρακτικούς λόγους, ταξινομικά περιλαμβάνεται στους Κολχικίδες (COLCHICACEAE), αν και σαν γένος διαφέρει μορφολογικά και γεωγραφικά. 
Ανθίζει μέσα στον χειμώνα: Δεκέμβριο - Φεβρουάριο. 
Περιλαμβάνεται στο Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων των Σπάνιων & Απειλούμενων Φυτών της Ελλάδας (1995).
Ετυμολογία:
Androcymbium < ανήρ, ανδρός + κύμβη (κύπελο) ==> επειδή τα άκρα των πετάλων (σαν κύμβη) περικλείουν τους στήμονες (αρσενικά όργανα) = Ανδροκύμβιον.
rechingeri < αφιερωμένο στον Αυστριακό βοτανικό Karl Rechinger (1867-1952).

Ελαφόνησος 16/01/2011 Κρήτη


Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Crocus hadriaticus

Πάρνωνας 25/10/2008
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Ο Crocus hadriaticus (Herbert 1845) είναι βαλκανικό φυτό, με κύρια εξάπλωση στην κεντρική και δυτική Ελλάδα. Τον περιέγραψε επιστημονικά το 1845 από την Λευκάδα και την Ήπειρο ο Άγγλος πάστορας και βοτανικός Herbert. 
Ευδοκιμεί σε Κύθηρα, Πελοπόννησο, Παρνασσό, Πίνδο, Λευκάδα, Κεφαλλονιά, Λευκάδα.
Φυτά από τον Παρνασσός και τον Πάρνωνα είχαν περιγραφεί στο παρελθόν ως υποείδη (parnassicus & parnonicus αντίστοιχα) αλλά σήμερα δεν αναγνωρίζονται σαν τέτοια.
Βιότοπος: ανοιχτοί θαμνότοποι, βραχώδεις και πετρώδεις τοποθεσίες, σε υψόμετρα 250-1500 μ.
Φύλλα 5-9 παρόντα κατά την άνθιση.
Άνθη λευκά με κίτρινο λαιμό και πρασινόκιτρινο φάρυγγα. Στίγματα κόκκινα, σε στύλο που χωρίζεται στα τρία με πορτοκαλί πεπλατυσμένες απολήξεις. Ανθήρες κίτρινοι
Άνθιση: Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος.

Ετυμολογία:
Crocus > κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
hadriaticus > Αδριατική Θάλασσα.


Παρνασσός 31/10/2009

Στυμφαλία 01/11/2008 Κορινθία

Πάρνωνας 25/10/2008


Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Colchicum bivonae

Πάρνηθα 08/10/2011
φωτογραφία Νίκος Νικητίδης

Το Colchicum bivonae (Guss. 1821) είναι φυτό των Βαλκανίων και της Ιταλίας, με ευρεία εξάπλωση στην Ελλάδα, εκτός Κρήτης και Κυκλάδων.
Βιότοπος: μακκία βλάστηση, διάκενα δασών, ορεινά λιβάδια, σε υψόμετρα 300-1300 (1700) μ.
Συνώνυμο: Colchicum latifolium (Sm. 1823)
Βολβώδες δηλητηριώδες φυτό.
Φύλλα μέχρι 9, επιμήκη, λογχοειδή, λεία, πλατιά, που παρουσιάζονται την άνοιξη.
Άνθη σε σχήμα κύπελου, με έντονα ρόδινα ρομβοειδή μοτίβα.
Ανθίζει τέλη Αυγούστου - αρχές Νοεμβρίου.
 
Ετυμολογία:
Colchicum < Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
bivonae < προς τιμήν του Antonio de Bivona-Bernardi (1774-1837), Σικελού βοτανικού και δάσκαλου του Parlatore.

Πάρνηθα 05/09/2009

Πάρνηθα 08/10/2011

Πάρνηθα 05/09/2009

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

Crocus niveus

Μάνη 08/11/2008
φωτογραφίες Νίκος Νικητίδης

Ο Crocus niveus (Bowles 1900) είναι ενδημικός της Ανατολικής και Νότιας Πελοποννήσου. 
Εξάπλωση: Μεσσηνία από την Καλαμάτα έως το ακρωτήριο Ταίναρο και στην Λακωνία από τους Μολάους έως τη Νεάπολη και την Ελαφόνησο.
Ορισμένα φυτά, κυρίως στη Μάνη, έχουν πολύ μεγάλο και πάλλευκο περιάνθιο. Συχνά όμως τα τρία εξωτερικά τέπαλα έχουν μια ελαφρά λιλά απόχρωση.
Βιότοπος: ελαιώνες, θαμνότοποι, πετρώδεις τοποθεσίες σε υψόμετρα 50-750 μ.
Φύλλα 4-8, παρόντα κατά την άνθιση. Έχει λευκό περιάνθιο με κίτρινο φάρυγγα. Ο στύλος είναι πορτοκαλοκίτρινος, διαιρεμένος σε πολλά νημάτια. Ανθήρες έντονα κίτρινοι ή πορτοκαλοκίτρινοι.
Ανθίζει Οκτώβριο – Νοέμβριο. 

Ετυμολογία:
Crocus < κρόκος > πιθανώς από την κρόκη (υφάδι) από τα γεννητικά όργανα (ανθήρες, κλπ) που έχουν παρόμοιο σχήμα με τα υφάδια.
niveus < nix (nivis) χιόνι.


Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Colchicum doerfleri

Βέρμιο 26/12/2009 
φωτογραφίες Ζήσης Αντωνόπουλος

Το Colchicum doerfleri (Halácsy 1897) είναι βαλκανικό ενδημικό είδος. 
Στην Ελλάδα φύεται στην Όσσα (Θεσσαλία) και στην Μακεδονία (Άσκιο-Σινιάτσικο, Όλυμπος, Βέρμιο, Άθως, Όρβηλος.
Βιότοπος: βραχώδεις πλαγιές, θαμνώνες, λιβάδια σε υψόμετρα έως 2000 μ.
Βολβώδες φυτό με 2 μεγάλα φύλλα και άνθη 1-3 (-8) μάλλον μικρά, ρόδινα-πορφυρά και ενίοτε λευκά.
Άνθιση: Φεβρουάριος - Απρίλιος.

Ετυμολογία:
Colchicum < Κολχίς (αρχαία όνομα της σημερινής Γεωργίας). Κατά τον Διοσκουρίδη, το κολχικό φύτρωνε άφθονο στην Κολχίδα και την Μεσσηνία.
doerfleri < αφιερωμένο στο Αυστριακό βοτανικό Ignaz Doerfler - Dörfler, (1866-1950).